Το βιβλιο του χωματος

Katerina Iliopoulou

“ . . . when flesh did enter . . . ”

Ήτανε δυό κλαδιά και στη μέση κάτι αιχμηρό με δόντια
μια πείνα ορφανή
με λαίμαργες γουλιές καταπίνει το φως
το πετρωμένο γάλα
μασάει τον τρελλό αέρα
λαξεύει τη σάρκα
μολύνει τ’αυτιά
δίκτυο δρόμων
πόλη απάτητη που τρέμει από οργή
τα βλέφαρα τυφλά χαράζουν το χώμα
ένα χέρι γιγάντιο με κρατάει απ’το πόδι
σφάγειο ανύποπτο
τα βράγχια πέφτουν 
το στήθος φουσκώνει
ένα τριζόνι ελευθερώνεται από τον αφαλό μου
μιλάω.



Μπορεί κανείς να περπατήσει Ι

Το περπάτημα σε φέρνει κοντά σε μικρά πράγματα.
μπορείς να τα πιάσεις στο χέρι σου και να χωράνε
μερικά μπορείς να τα ανοίξεις, να τα σπάσεις, 
να τα ξεριζώσεις, 
να δοκιμάσεις την αναπνοή σου μέσα στην αδρανή τους σάρκα.
Άλλα είναι πιο δυσπρόσιτα.
Μόνο το βλέμμα μπορεί να τα πλησιάσει.
Αλλά το βλέμμα 
δεν αρκεί

Κλαδιά και φύλλα, αυλάκια γεμάτα νερό και βατράχια
πέφτουν από τα μάτια μου
Σε κάθε βήμα το χώμα με πίνει διψασμένο
Ο τόπος γίνεται
ένα κουτάλι που θέλει να με αδειάσει κάπου αλλού



Μπορεί κανείς να περπατήσει ΙΙ

Συνηθίζει κανείς να ζει παραμερίζοντας
να σκύβει πίσω από τις μάντρες
να σηκώνει τις πέτρες.
Εκεί από κάτω ζούν πλάσματα που σπαρταράνε
Δεν γνωρίζουν το φως
χίλλια πόδια γαργαλάνε το λαιμό σου
χωρίς να βγαίνει τραγούδι
έρχεται όμως μια στιγμή που το χέρι σου πιάνει
χωρίς να το απλώσεις.
Υπάρχουν τρόποι να το κάνεις να διαρκέσει

υπάρχουν τρόποι να το κάνεις να διαρκέσει:
Μπορεί κανείς να κρατάει την αναπνοή του
Ή να κλείνει τα μάτια του πολύ σφιχτά.
Τότε τύμπανα μέσα στη ζέστη
Τότε άστρα κατακόκκινα μέσα στην πιο βουερή σιωπή
Τότε πηχτή τύφλωση και ρούχο από χλωροφύλλη
Τότε στόμα ανοιχτό και σκόνη να το γεμίζει
Τότε χώμα να το τρως



παιχνίδι Ι

ο πορτοκαλεώνας: Δεν υπάρχει
οι μαύροι κορμοί: Δεν υπάρχουν
τα διάφανα άνθη: Δεν υπάρχουν
οι μυθικοί καρποί: Δεν υπάρχουν

υπάρχει ένα ψηλό πεζούλι
τα γεράκια το γυροφέρνουν
τα μάτια τους είναι οι βόλοι μου
όταν κάθομαι εκεί το μέρος γίνεται κρυψώνα



Παιχνίδι ΙΙ

Μ’ένα ξύλινο σπαθί μαθαίνω να σπέρνω θάνατο
πάνε τα κεφάλια των ασφόδελων
όλεθρος στα κορμιά των δολοφόνων φλόμων
τέλος κάθομαι κάτω ακίνητη και νικημένη
τόσα σώματα μ’έχουν εξουθενώσει
κι ακόμα τόσα με κυκλώνουν χωρίς αντίσταση
δεν αναπνέω καν
στο λαιμό φοράω περιδέραιο από μυρμήγκια
σταυρωμένη μ’αγκάθια
ήρθε η ώρα να μαζέψω φωνήεντα